Το σπαράγγι ανήκει στην οικογένεια Λειριοειδή και ήταν γνωστό στην αρχαία Αίγυπτο όπου έχουν βρεθεί τοιχογραφίες στις πυραμίδες που χρονολογούνται στο 5.000 π.χ.
Στην βόρεια Ευρώπη και βόρεια Αμερική διαδόθηκε από τη Μεσόγειο.
Στην Ελλάδα παρουσιάστηκε ως άγριο αυτοφυές φυτό σε υγρές και ημιορεινές περιοχές.
Η Κίνα έχει τα πρωτεία στην παραγωγή σπαραγγιού παγκοσμίως, και η Γερμανία τη μεγαλύτερη κατανάλωση.
Η καλλιέργεια σπαραγγιού έχει παραγωγικότητα 22 έως 30 χρόνια.
Το έδαφος απαιτεί προετοιμασία πριν την εγκατάσταση της φυτείας με βαθύ όργωμα το φθινόπωρο που προηγείται της φύτευσης.
Το σπαράγγι ευδοκιμεί σε περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα ώστε να εισέλθει σε λήθαργο.
Κατά διάρκεια της ημέρας οι θερμοκρασίες θα πρέπει να έχουν άνοδο για τη δημιουργία βλαστων.
Η καλλιέργεια απαιτεί αμμουδερό έδαφος με καλή αποστράγγιση, με πολύ οργανική ουσία σε ηλιόλουστη τοποθεσία, και το ιδανικό pH είναι6,4-7,1.

Η φύτευση πραγματοποιείται με σπόρο σε σπορείο και κατόπιν μεταφύτευση ριζωμάτων στον αγρό στις αρχές της άνοιξης.
Κάθε καλλιεργήσιμο στρέμμα χρειάζεται 1400 έως 2.000 φυτά, και αυτό εξαρτάται από την ποικιλία.
Τους θερινούς μήνες απαιτείται αρκετό πότισμα και παράλληλες λιπάνσεις.
Στης αρχές του χειμώνα πραγματοποιούμε κάλυψη της καλλιέργειας σχηματίζοντας σαμάρια.
Η συγκομιδή των νεαρών βλαστών την άνοιξη του τρίτου χρόνου της εγκατάστασης της καλλιέργειας,αλλά μπορεί επίσης και από τη δεύτερη χρονιά φύτευσης των ριζωμάτων και αφού έχουμε αρκετά ζωηρή ποικιλία να μας δώσεις συγκομιδή 2-3 βλαστών ανά φυτό.
Το κριτήριο συγκομιδής στο σπαράγγι είναι η ανάπτυξή του έξω από το έδαφος και η κορυφή του να είναι ακόμα κλειστή, κάτι που ισχύει για το πράσινο σπαράγγι.
Στο λευκό σπαράγγι δεν περιμένουμε ο βλαστός να αναπτυχθεί έξω από το έδαφος αλλά μόλις ξεπροβάλλει το συγκομίζουμε.
Το κατάλληλο μέγεθος για συγκομιδή στο πράσινο σπαράγγι είναι 27 εκατοστά και στο λευκό 22 εκατοστά.
Η καλλιέργεια σπαραγγιού σε ετήσια βάση μπορεί να μας αποφέρει από 400 έως 900 κιλά το στρέμμα.
Κλείνοντας να αναφέρουμε ότι η ετήσια παραγωγή στην Ελλάδα κυμαίνεται στους 6.000 τόνους των οποίων οι 5.200 εξάγονται μόνο στη Γερμανία.
Φώτης Κονδύλης
